γελωτοποιια

γελωτοποιια
    γελωτοποιΐα
    γελωτο-ποιΐα
    ἥ шутки, остроты, балагурство Xen.

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Смотреть что такое "γελωτοποιια" в других словарях:

  • γελωτοποιία — γελωτοποιΐᾱ , γελωτοποιία buffoonery fem nom/voc/acc dual γελωτοποιΐᾱ , γελωτοποιία buffoonery fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γελωτοποιίᾳ — γελωτοποιΐαι , γελωτοποιία buffoonery fem nom/voc pl γελωτοποιΐᾱͅ , γελωτοποιία buffoonery fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γελωτοποιία — η (AM γελωτοποιΐα) η ιδιότητα και η τέχνη τού γελωτοποιού, το να προκαλεί κανείς γέλια στους άλλους …   Dictionary of Greek

  • γελωτοποιίας — γελωτοποιΐᾱς , γελωτοποιία buffoonery fem acc pl γελωτοποιΐᾱς , γελωτοποιία buffoonery fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γελωτοποιίαν — γελωτοποιΐᾱν , γελωτοποιία buffoonery fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γελωτοποιίαι — γελωτοποιΐαι , γελωτοποιία buffoonery fem nom/voc pl γελωτοποιΐᾱͅ , γελωτοποιία buffoonery fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γελωτοποιίαις — γελωτοποιΐαις , γελωτοποιία buffoonery fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»